Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Το παιχνίδι


Κυκλοφορεί καθημερινά με λεωφορείο γιατί με αυτό επιλέγει να μετακινείται στην εργασία του. Πάλι καλά που έχει εργασία τέτοιες εποχές, γιατί οι περισσότεροι φίλοι του (ίσως απλά γνωστοί του) δεν έχουν αυτό το προνόμιο. Σκέφτεται ότι και μόνο η σκέψη ότι πρόκειται για προνόμιο τον κάνει να νιώθει ενοχές. Κατά τη διάρκεια λοιπόν όλων αυτών των καθημερινών του μετακινήσεων έρχεται σε οπτική (κάποιες φορές και σε υποτυπώδη σωματική) επαφή με δεκάδες άγνωστες φυσιογνωμίες, άγνωστους ανθρώπους. Σκέφτεται ότι μπορεί να πρόκειται για άγνωστους ποιητές, για άσημους συγγραφείς, για κακόμοιρους βιβλιοπώλες, για αιώνιους ή μη φοιτητές, για ανθρώπους του μόχθου σίγουρα στην πλειονότητά τους, για φτωχούς μη διαπλεκόμενους καθηγητές, για άπορους (αν υπάρχουν τέτοιοι) γιατρούς, για πωλήτριες, για δικηγορίσκους εν μαθητεία, για άνεργους σε αναζήτηση εργασίας, για ανέμελους ή επιμελείς μαθητές και μαθήτριες, για ασήμαντους οικοδόμους, για ποικίλους εργάτες, για κουρασμένους συνταξιούχους, για περήφανους απόστρατους, για θελκτικές κομμώτριες, για αποτυχημένους επιχειρηματίες, για ατίθασους εραστές που οδηγούνται τυφλά στο ταίρι τους και τόσους, μα τόσους άλλους... Σκέφτεται ότι πρόκειται για την κάστα των λεωφορείων, μια πολύχρωμη, πολυσύνθετη, πολυδιάστατη, ετερόκλητη και ετερογενή ομάδα πολιτών που επιλέγουν την ίδια περίπου ώρα να μετακινηθούν με το ίδιο μέσο μαζικής μεταφοράς. Παίζει πολλά διαφορετικά παιχνίδια εν αγνοία των συνταξιδιωτών του, όλα μέσα στο κεφάλι του φυσικά και όλα με την ανιδιοτελή και ασυνείδητη συνεισφορά τους, φυσικά. Θα αποκαλύψω ένα από αυτά. Όταν μπαίνει κάποιος μέσα στο λεωφορείο και κρατάει στα χέρια του ένα οποιοδήποτε έγγραφο βάζει στοίχημα μαζί του ότι θα καταφέρει να δει τι ακριβώς είναι αυτό. Όσο κι αν προσπαθούν οι κατά καιρούς ασύνειδοι συμπαίκτες του να του αποκρύψουν το πολύτιμο στοιχείο τους, να δυσχεράνουν το ήδη δύσκολο έργο της αποκάλυψης από πλευράς του, τις περισσότερες φορές βγαίνει νικητής. Όπως για παράδειγμα την τελευταία φορά που μπήκε ένας νεαρός, μάλλον φοιτητής, στο λεωφορείο και κρατούσε ένα βιβλίο πορτοκαλιού και λευκού χρώματος στη ράχη και στην περίμετρό του. Αν και ο φοιτητής διατηρούσε μια αρκετά μεγάλη απόσταση από αυτόν ήταν βέβαιος ότι επρόκειτο για το "Τούνελ" του Ερνέστο Σάμπατο. Έφερε στο μυαλό του την υπόθεση του βιβλίου και θυμήθηκε πως μόλις ολοκλήρωσε την ανάγνωσή του κατάλαβε ότι το είχε ερωτευτεί. Το βιβλίο αυτό καθεαυτό, τη γραφή του Σάμπατο, τη Μαρία Ιριμπάρνε Χάντερ.Θυμήθηκε ότι όπως έλεγε ο Σάμπατο, "υπάρχουν στην κοινωνία διαστρωματώσεις που σχηματίζονται από ανθρώπους με τα ίδια γούστα, και σ' αυτά τα στρώματα οι συμπτωματικές (;) συναντήσεις δεν είναι σπάνιες". Επέστρεψε στο παιχνίδι που όπως καταλαβαίνει κανείς είχε άγνωστο χρονικό ορίζοντα, ο οποίος καθοριζόταν αποκλειστικά και μόνο από τον συμπαίκτη του που ολοκλήρωνε το παιχνίδι κατεβαίνοντας στη στάση του. Ο συμπαίκτης φοιτητής τού έκρυβε με μαεστρία τον τίτλο του βιβλίου ώστε να τον αγχώνει όλο και πιο πολύ. Ωστόσο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του τελευταίου κατάφερε να επιβεβαιώσει την αρχική του υπόθεση. Επρόκειτο πράγματι για το Τούνελ. Η χαρά του ήταν ανείπωτη, αφενός γιατί κατάφερε να βρει το βιβλίο και αφετέρου διότι ένας μαθητής ή φοιτητής διάβαζε το Τούνελ, ή το πήγαινε στην ερωμένη του, ή το επέστρεφε στη δανειστική βιβλιοθήκη, δεν έχει και πολύ σημασία μεταξύ μας. Σημασία είχε ότι ο μικρός διάβαζε Σάμπατο, έναν από τους αγαπημένους του συγγραφείς. Πάντως λίγες μέρες αργότερα έπαιξε το ίδιο παιχνίδι και με μια μαθήτρια ή φοιτήτρια. Ήταν σε πολύ κοντινή απόσταση από αυτή με αποτέλεσμα να θεωρήσει το παιχνίδι εύκολο. Όπως αποδείχτηκε δεν ήταν καθόλου τέτοιο. Η φοιτήτρια διάβαζε καθιστή το βιβλίο πάνω στα καλλίγραμμα πόδια της και μάλιστα υπογράμμιζε με μολύβι τα σημεία που την ενδιέφεραν περισσότερο, ή της φαίνονταν περισσότερο σημαντικά ή θεωρούσε ότι θα της φαίνονταν χρήσιμα στο μέλλον. Είδε κάποιον άσχετο να κάθεται όρθιος πάνω από το κεφάλι της προσηλωμένης κοπέλας και να διαβάζει αδιάκριτα το βιβλίο της. Η φοιτήτρια με τις μαύρες μπότες και τις ψηλές κάλτσες δεν τον αντιλήφθηκε. Το παιχνίδι δεν ήταν καθόλου εύκολο τελικά. Η φοιτήτρια δεν ανασήκωνε το βιβλίο ούτε για πλάκα. Αυτός από την πλευρά του είχε την υπομονή να περιμένει έως την ύστατη στιγμή που θα σηκωνόταν για να κατέβει στη στάση της. Ωστόσο, πριν το κάνει προς τεράστια απογοήτευσή του πήρε το βιβλίο της, το έβαλε με αστραπιαίες κινήσεις στην τσάντα της και αφού έφτιαξε την κοντή μαύρη φούστα της σηκώθηκε να κατέβει. Είχε χάσει το παιχνίδι, δεν είχε καταφέρει να δει, να αντιληφθεί το βιβλίο της φοιτήτριας. Μόνο στοιχείο που συνέλεξε ήταν ότι η καστανομαλλούσα το είχε αγοράσει εκείνη την ίδια μέρα από το βιβλιοπωλείο Ιανός, αφού η ανάγνωση περιοριζόταν στις πρώτες σελίδες του βιβλίου. Είχε χάσει και είχε συμβιβαστεί με την ήττα του, ωστόσο επρόκειτο για ένα πολύ ενδιαφέρον παιχνίδι...