Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

Ούτε στον πύργο του Άιφελ


Η χρηματοπιστωτική κρίση, τον τελευταίο καιρό και σε όλο και εντονότερο βαθμό πια, αφήνει τα σημάδια της στις ταλαιπωρημένες τσέπες των Ελλήνων πολιτών… που χάσκουν χρεοκοπία, όπως τραγουδά χαρακτηριστικά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου στο τραγούδι του «Φοβάμαι».
Εν μέσω λοιπόν αυτής της παγκόσμιας ύφεσης κάποιοι φίλοι μου από την Άρτα που επισκέφθηκαν την πόλη μας είχαν την ατυχή (όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων) έμπνευση να απολαύσουν την περασμένη Κυριακή τον καφέ τους στο περιστρεφόμενο καφέ του Πύργου του ΟΤΕ. Η διάθεσή τους ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη, η εμπειρία να ατενίσουν τη Θεσσαλονίκη από ψηλά φάνταζε προκλητικά όμορφη και κατά συνέπεια δεν ήθελαν να τη χάσουν με τίποτα.
Όλα ξεκίνησαν ιδανικά. Το καφέ ήταν άνετο και ζεστό, η εξυπηρέτηση γρήγορη και ευγενική και η θέα μαγευτική. Ωστόσο, η μουσική που έπαιζε από τα ηχεία δε συμβάδιζε με το περιβάλλον, αφού διάφορα «σκυλοτράγουδα» διαδέχονταν το ένα το άλλο. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Τα αυτάκια τους έκαναν υπομονή για χάρη της θέας! Ωστόσο, το χειρότερο τους περίμενε όταν ήλθε ο λογαριασμός. Για δύο καφέδες και μία σοκολάτα κλήθηκαν να πληρώσουν 24 ευρώ, παρακαλώ. Εντάξει, δεν λέω, ωραία είναι η θέα της πόλης από ψηλά, αλλά όχι και οχτώ ευρώ ο καφές. Ούτε στον πύργο του Άιφελ να τον έπιναν… Και σαν να μην έφτανε αυτό όταν θέλησαν να πιούνε έναν καφέ σε παραλιακή καφετέρια, δεν τους επιτράπηκε η είσοδος διότι, ήταν… μεσήλικες. Ο κοινωνικός ρατσισμός σε όλο του το μεγαλείο. Λίγη αιδώς κύριοι. Άντε να δούμε αν θα θελήσουν να ξαναπιούνε καφέ στη φραπεδούπολή μας…


Δημοσιεύτηκε στο φύλλο της εφημερίδας "Σήμερα στη Θεσσαλονίκη", την Τρίτη 25 Νοεμβρίου.

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2008

Ένα άλλο εισιτήριο


Επανέρχομαι δριμύτερος να επισυνάψω μια νέα ιστοριούλα στο ιστολόγιό μου.
Σήμερα το πρωί λοιπόν καθώς περίμενα στη στάση "Αριστοτέλους" στην οδό Τσιμισκή για να έλθει το λεωφορείο της γραμμής 12 προκειμένου να πάω, όπως κάθε μέρα, στη δουλειά μου, εκτυλίχθηκε το εξής ανπάντεχο συμβάν. Περιμένω λοιπόν υπομονετικά το λεωφορείο όταν έρχεται ένας κύριος μεσήλιξ με ένα μουστάκι αλά Κολοκοτρώνη και μου λέει πασάροντάς μου ένα εισιτήριο. "Πάρε αυτό, ισχύει ακόμη". Δεν πρόλαβα να αντιδράσω. Το πήρα από το χέρι του και πρόλαβα να τον ευχαριστήσω θερμά. Δεν ξέρω από που ήλθε. Ίσως και από τον ουρανό. Δεν τον είδα να κατεβαίνει από κάποιο λεωφορείο. Η ευχή μου τελικά έγινε πραγματικότητα. Αυτό που αδημονούσα να γίνει τελικά συνέβη. Για να πω την αλήθεια περίμενα να το κάνει κάποιος πιο μικρός στην ηλικία. Ωστόσο, ας μην είμαι και αχάριστος ή και ρατσιστής με την ηλικία κάποιων. Φαίνεται ότι αυτό που έγινε δεν αφορά ηλικίες σώματος, αλλά ηλικία μυαλού.
Να λοιπόν που ένας άνθρωπος σήμερα με εξέπληξε ευχάριστα. Μου φαίνεται ότι το σημερινό συμβάν δεν αποτελεί τίποτα άλλο, από ένα σημάδι για να ξεκινήσω κι εγώ να πράττω το ίδιο. Καταληκτικό συμπέρασμα της ιστορίας; Μην πετάτε τα εισιτήριά σας! Δώστε τα στον επόμενο επιβάτη!

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008

Το εισιτήριο


Χθες το πρωί γύρω στις 10 και κάτι. Αφήνω τη δουλειά μου και πηγαίνω στη στάση των αστικών λεωφορείων της οδού Αγγελάκη. Με το που φτάνω στη στάση παρατηρώ τους ανθρώπους που περιμένουν υπομονετικά. Μου αρέσει να το κάνω πάντα. Σκέφτομαι ότι εκτός από το λεωφορείο μπορεί και να περιμένουν κάτι άλλο. Όπως για παράδειγμα, τον έρωτα της ζωής τους, μια αλλαγή στη ζωή τους, ίσως ακόμη ακόμη και τον θάνατό τους... Πού ξέρεις μπορεί και να περιμένουν τον Γκοντό!

Ένας ηλικιωμένος που κάθεται στο παγκάκι με βλέπει και μου κάνει νόημα να πάω κοντά του, λέγοντάς μου λες και με γνωρίζει από χρόνια: "Έχεις εισιτήριο"; Το ύφος του είναι άκρως επιτακτικό και αυθάδες. Ωστόσο, η αντίδρασή μου είναι άκρως σουρεαλιστική. Δίχως να το σκεφτώ ούτε δευτερόλεπτο, βγάζω από την τσέπη μου ένα εισιτήριο και του το δίνω, χωρίς να του απευθύνω καν τον λόγο. Το παίρνει και φυσικά δεν μου λέει ούτε ένα ευχαριστώ. Γυρνάω την πλάτη μου λες και το συμβάν είναι το πιο φυσικό του κόσμου. Δεν του ζήτησα χρήματα, δεν προσφέρθηκε να μου δώσει. Δεν μου έκανε καμία εντύπωση. Πήρα το λεωφορείο μου και έφυγα. Δεν τον θυμάμαι, ίσως και να μην με θυμάται. Με είχε ανάγκη κατά κάποιον περίεργο τρόπο και όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων τον είχα και εγώ. Δίχως αυτόν αυτή η ιστοριούλα ίσως να μην είχε γραφτεί ποτέ...

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Οδηγίες χρήσης


Διάβασα το βιβλίο του Ζωρζ Περέκ "Ζωή: Οδηγίες Χρήσης" και ενθουσιάστηκα. Πρόσφατα απέκτησα το βιβλίο του Χούλιο Κορτάσαρ "Ιστορίες των Κρονόπιο και των Φάμα" από όπου παραπέμπω το εξής εξαιρετικό κειμενάκι: Προοίμιο στις οδηγίες για το κούρδισμα του ρολογιού.


Σκέψου αυτό: όταν σου κάνουν δώρο ένα ρολόι, σου κάνουν δώρο μία ανθισμένη κόλαση, μια αλυσίδα από τριαντάφυλλα, ένα μπουντρούμι γεμάτο αέρα. Δεν σού δίνουν μόνο ένα ρολόι, «να ζήσεις ευτυχισμένος και ελπίζουμε να βγει καλό γιατί είναι καλή μάρκα, ελβετικό, με άξονα από ρουμπίνια», δεν σου κάνουν δώρο μόνο αυτό το μικροσκοπικό λιθοξόο που θα δέσεις στον καρπό σου και θα περιφέρεις μαζί σου. Σου κάνουν δώρο – δεν το ξέρουν, το τρομερό είναι ότι δεν το ξέρουν – σου κάνουν δώρο ένα καινούργιο, εύθραυστο και αβέβαιο κομμάτι του ίδιου σου του εαυτού, κάτι που πρέπει να βάλεις στο σώμα σου με το λουράκι του σαν έναν απελπισμένο μικρό βραχίονα που κρέμεται από τον καρπό σου. Σου κάνουν δώρο την ανάγκη να το κουρδίζεις όλες τις μέρες, την υποχρέωση να το κουρδίζεις για να συνεχίσει να είναι ρολόι, σου κάνουν δώρο την έμμονη ιδέα να παρακολουθείς την ακριβή ώρα στις βιτρίνες των κοσμηματοπωλείων, στην ανακοίνωση από το ραδιόφωνο, στην τηλεφωνική υπηρεσία. Σου κάνουν δώρο τον φόβο μήπως το χάσεις, μήπως στο κλέψουν, μήπως σου πέσει στο πάτωμα και σπάσει. Σου κάνουν δώρο τη μάρκα του και τη βεβαιότητα ότι είναι μια μάρκα καλύτερη από τις άλλες, σου κάνουν δώρο την τάση να συγκρίνεις το ρολόι σου με τα άλλα ρολόγια. Δεν σου κάνουν δώρο ένα ρολόι, εσύ είσαι το δώρο, εσένα κάνουν δώρο στα γενέθλια του ρολογιού.


Με βάση λοιπόν αυτά τα δύο βιβλιαράκια μου ήρθε η ιδέα να γράψω ένα βιβλίο με οδηγίες χρήσης των συναισθημάτων και των ιδιοτήτων μας. Επισυνάπτω στα γρήγορα ένα αυτόματο κειμενάκι για να σας διαφωτίσω κάπως.


Οδηγίες χρήσης της ματαιοδοξίας


Βρίσκεσαι μπροστά από έναν καθρέφτη και τον ταΐζεις με την εικόνα σου καθημερινά. Περιποιείσαι τα μαλλιά σου, βλέπεις τα δόντια σου, τη μύτη σου, τα αυτιά σου. Θεωρείς τον εαυτό σου όμορφο, αισθητικά αποδεκτό. Και τότε ακριβώς ο καθρέφτης κυκλώνει τον λαιμό σου με τα χέρια του και σε πνίγει. Πέφτεις στο έδαφος νεκρός και το ομοίωμά σου στον καθρέφτη χαμογελά χαιρέκακα. Τώρα είσαι πιο όμορφος από ποτέ. Η ματαιοδοξία σου σε σκότωσε. Τώρα μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος. Αν από την άλλη τη σκοτώσεις εσύ σπάζοντας τον καθρέφτη, η ζωή σου θα αποκτήσει ένα νέο νόημα. Θα τριγυρνάς στον δρόμο γυμνός, απεριποίητος και αποκρουστικός. Τότε είναι που θα κοιμάσαι ακόμη πιο ήσυχος...

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008

Οι άνθρωποι

Οι άνθρωποι είναι το ψεύτικο γελοίο μου στήριγμα. Όποτε αποπειράθηκα να τους εμπιστευτώ πάντα με πρόδωσαν. Κι είμαι τόσο ανόητος που πάντα τους δίνω κι από μια νέα ευκαιρία. Νομίζω ότι είμαι ένας από τους ήρωες του Μπέκετ, στον "Ακατονόμαστο", στο "Ο Μαλόν πεθαίνει" ή στο "Μολλόυ". Ένα ηλικιωμένο ανθρωπάκι που ζει μόνο προσπαθώντας να ξορκίσει τους δαίμονές του. Κουράστηκα να σπαταλώ τις όποιες δυνάμεις μου για να τους καταλάβω ή να τους κάνω να με καταλάβουν. Καληνύχτα άνθρωπε, ο κόσμος μου δεν σε έχει ανάγκη...